Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2009

Ο Χρήστος Λαμπράκης και ο μύθος μιας ολόκληρης εποχής

  • Αλεξης Παπαχελας, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 22/12/2009

Ο Χρήστος Λαμπράκης έφυγε και μαζί του τέλειωσε ίσως μια ολόκληρη εποχή. Ανθρωπος αναγεννησιακός εντυπωσίαζε πάντοτε με τις ανησυχίες του, τον κοσμοπολιτισμό του, το πόσο «μπροστά» από την εποχή του ήταν σε μια χώρα σαν την Ελλάδα. Δεν υπάρχουν άλλωστε πολλοί άνθρωποι που γράφουν παρτιτούρες για όπερα, ασχολούνται με τον αγροτοτουρισμό, πριν ακόμη εφευρεθεί η ιδέα διεθνώς και να στήνουν από το μηδέν το Μέγαρο Μουσικής. Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του πάντοτε δημοσιογράφο και του άρεσε να τον βλέπουν και οι άλλοι με τον ίδιο τρόπο. Θυμάμαι ακόμη την απάντησή του την πρώτη φορά, πριν από πολλά χρόνια, που ήθελα να πάρω τηλεοπτική συνέντευξη από τον τέως βασιλέα Κωνσταντίνο. Οι περισσότεροι με συμβούλευσαν να μην το τολμήσω καν, με δεδομένα τα όσα είχαν μεσολαβήσει από το 1965 και μετά. Οταν τελικά τον είδα η απάντηση ήταν κλασική: «Μα τι λέτε, news is news, βεβαίως και να την πάρετε».

  • Ενας απλός ευπατρίδης

Ανθρωπος με πάθη και πολύ πείσμα, με ατέλειωτα ενδιαφέροντα, με συνεχώς ανανεωμένους στόχους (τα περίφημα projects) ήταν πολλές φορές πολύ πιο αφελής από όσο άφηνε να καταλάβουν οι γύρω του. Το περίφημο «μακιαβελικό» του μυαλό δούλευε ακατάπαυστα, αλλά γοητευόταν τακτικά από ανθρώπους και ιδέες που τον έπειθαν παραδόξως για τα πιο απίστευτα πράγματα. Ευπατρίδης, ευγενής, φερόταν πάντοτε με μια υπερβολική απλότητα που δεν πρόδιδε το στάτους του στην ελληνική κοινωνία και διέφερε πολύ από τη μέση συμπεριφορά του σύγχρονου ελληνικού κατεστημένου.

Εγραφε μόνος του τα σημειώματά του στη χειροκίνητη γραφομηχανή του, περπατούσε με μια πλαστική τσάντα του TRAVEL PLAN κρεμασμένη στον ώμο, χωρίς φρουρά και παλαιότερα με μια ΤΟΓΙΟΤΑ που τα παράθυρά της κατέβαιναν χειροκίνητα. Σε όσους δούλευαν γι’ αυτόν έκανε πάντοτε εντύπωση η ευγένεια δοσμένη με απλές κινήσεις, όπως π.χ. η επιμονή του να μπει τελευταίος στα ασανσέρ, όποιος και αν περίμενε μαζί του.

  • Αγχος τα οικονομικά

Ο Λαμπράκης συγκέντρωσε γύρω του ένα ευρύ περιβάλλον διανοουμένων, καλλιτεχνών και ανθρώπων της Τέχνης γενικότερα που έγραψαν ιστορία στη δεκαετία του 1960 και μετά τη Μεταπολίτευση. Δεν τα πήγαινε ποτέ καλά με τα οικονομικά της επιχείρησης και για πολλά χρόνια ήταν το μεγάλο του άγχος. Συχνά άλλωστε διηγόταν πως, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980, καθόταν κάθε Παρασκευή και έγραφε σε ένα τεφτέρι πόσα χρωστούσε και πόσα έβγαζε «το μαγαζί». Το άγχος του είχε μείνει από τη μέρα που γύρισε απρόσμενα από το Λονδίνο για να αναλάβει τον ΔΟΛ σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία και σε συνθήκες σκληρές. Οι εφημερίδες και τα περιοδικά που δημιούργησε ήταν πράγματι πολύ μπροστά από τον υπόλοιπο ελληνικό Τύπο.

Η μεγάλη του αγάπη όμως ήταν η μουσική, και ειδικότερα η όπερα. Διασκέδαζα πάντοτε με την ιστορία ενός γρήγορου ταξιδιού μαζί με τον πιο στενό του φίλο, τον Λέοντα Καραπαναγιώτη στη Νέα Υόρκη για να ακούσουν μαζί Μάκμπεθ. Ηπιαν τα μαρτίνι τους, είχαν και τζετ λαγκ και βεβαίως ο Καραπαναγιώτης κοιμήθηκε έως τη στιγμή που τον ξύπνησαν οι κραυγές των κομπάρσων, με αποτέλεσμα ο Λαμπράκης να θυμώσει… Πολλοί ένιωσαν πως μετά τον θάνατο του Καραπαναγιώτη, το 2006, ο Λαμπράκης είχε χάσει το κέφι του και ένιωθε «μισός». Σιγά σιγά επικεντρώθηκε άλλωστε στο άλλο δικό του «παιδί», το Μέγαρο Μουσικής, που θεωρούσε το πιο μεγάλο δικό του έργο.

  • Πιεστικά απαιτητικός

Η ιστορία είναι ακόμη πολύ νωπή για να καταγράψει με ψυχραιμία τον ρόλο του στα πολιτικά παρασκήνια και προσκήνια της χώρας από το 1957 και μετά. Το βέβαιο είναι πως έζησε από πρώτο χέρι τις πιο δραματικές ιστορικές στιγμές της χώρας, από τα γεγονότα του 1965 έως τη δύσκολη σχέση του με τον Ανδρέα Παπανδρέου τη δεκαετία του 1980. Πιεστικά απαιτητικός από τους πολιτικούς δεν τους άφηνε πολλά περιθώρια συζήτησης όταν πίστευε πως κάτι ήταν σωστό.

Του άρεσε να διηγείται τη συζήτησή του με κάποιον πρώην πρωθυπουργό, κατά την οποία του ασκούσε δριμύτατη κριτική για την κυβέρνησή του. Σε κάποιο σημείο ο πολιτικός απηύδησε και του είπε: «Χρήστο αμάν πια. Θέλεις να κάτσεις εδώ που κάθομαι για ένα χρόνο να δούμε τι θα κάνεις»; Η απάντησε ήλθε με τον κλασικό συνδυασμό αγγλοσαξονικού χιούμορ και ελαφρού σνομπισμού: «Μα τι λες …. μου, να ανταλλάξω εγώ την ισόβια θέση τη δική μου με τη δική σου»;

Ο Χρήστος Λαμπράκης, είτε ως μύθος είτε ως αληθινό μέγεθος είχε μια ξεχωριστή θέση στη χώρα τα τελευταία 50 και κάτι χρόνια. Με τον θάνατό του έκλεισε μια εποχή και έφυγε ένας άνθρωπος που ήταν σίγουρα αυτό που λένε οι Αγγλοσάξονες «πιο μεγάλος από την ίδια τη ζωή».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου